(η) конвенционална импликатура Виж и συμβατική υπονοούμενη σημασία, συμβατικό υπονόημα
конвенционална импликатура Виж и συμβατική υποδηλούμενη σημασία, συμβατικό υπονόημα англ. conventional implicature
(το) конвенционална импликатура Виж и συμβατική υποδηλούμενη σημασία, συμβατική υπονοούμενη σημασία
(η) конвенционалност
(η) съвместимост Виж и συναρμοστικότητα